Εξευμενίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: εξευμενίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lepyttää, lepytellä
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξευμενίζω
εξευμενίζω ορισμόσ, εξευμενίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εξευμενίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εξετάζω στα φινλανδικά - seula, urkkia, koettaa, näkösuoja, luotain, lume, tutkain, ...
- εξευγενίζω στα φινλανδικά - korottaa, urbaanistaa, kaupungistaa, urbanisoituu, määrä urbanisoituu, suurempi määrä urbanisoituu
- εξευτελίζω στα φινλανδικά - nöyryyttää, häpäistä, alentaa, nolata, halventaa, halventavat, halvennamme, ...
- εξευτελισμός στα φινλανδικά - alennus, nöyryytys, debasement, alennustilamme, häpäisevät
Τυχαίες λέξεις
Εξευμενίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: lepyttää, lepytellä
Μεταφράσεις: lepyttää, lepytellä