Ιατρείο στα φινλανδικά
Μετάφραση: ιατρείο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
leikkaus, kirurgia, vastaanottohuone, leikkaussali, apteekki, dispensary, lääkekeskus, laboratoriossaan, lääkekeskuksen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιατρείο
ιατρείο ύπνου, ιατρείο κέρκυρας, ιατρείο ελληνικού, ιατρείο κοινωνικής αποστολής, ιατρείο κοινωνικής αλληλεγγύης περιστερίου, ιατρείο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ιατρείο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- θώκος στα φινλανδικά - työhuone, toimisto, virka, konttori, virasto, viitta, puku, ...
- ιαγουάρος στα φινλανδικά - jaguaari, Jaguar, jaguaarin, Jaguarin
- ιατρική στα φινλανδικά - lääketiede, mömmö, rohto, lääke, lääketieteen, lääkkeen, lääkettä
- ιατρικός στα φινλανδικά - lääketieteellinen, lääketieteen, lääkärin, lääketieteellisen, lääketieteellistä
Τυχαίες λέξεις
Ιατρείο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: leikkaus, kirurgia, vastaanottohuone, leikkaussali, apteekki, dispensary, lääkekeskus, laboratoriossaan, lääkekeskuksen
Μεταφράσεις: leikkaus, kirurgia, vastaanottohuone, leikkaussali, apteekki, dispensary, lääkekeskus, laboratoriossaan, lääkekeskuksen