Κατασκευαστής στα φινλανδικά

Μετάφραση: κατασκευαστής, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laatija, luoja, maakari, tekijä, valmistaja, Tuottaja, valmistajan, valmistajalta, valmistajien
Κατασκευαστής στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατασκευαστής

κατασκευαστής oem, κατασκευαστής βιολιών, κατασκευαστήσ μελών ανθρώπινου σώματοσ, κατασκευαστής μυλόπετρων, κατασκευαστής ψωμιού, κατασκευαστής λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κατασκευαστής στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • κατασκευάζω στα φινλανδικά - rakentaa, tuottaa, siistiä, aikaansaada, keksiä, duunata, saavuttaa, ...
  • κατασκευή στα φινλανδικά - rakennus, tulkinta, rakenne, rakennelma, rakentaminen, rakentamisen, rakentamiseen, ...
  • κατασκοπεία στα φινλανδικά - urkinta, vakoilu, vakoilusta, vakoilun, vakoilua, vakoilulta
  • κατασκοπεύω στα φινλανδικά - kytätä, vakooja, urkkia, vakoilija, urkkija, vakoilla, nuuskia, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατασκευαστής στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: laatija, luoja, maakari, tekijä, valmistaja, Tuottaja, valmistajan, valmistajalta, valmistajien