Κατασκευαστής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κατασκευαστής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fabricante, fabricantes, fabricante de, fabricante do, o fabricante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατασκευαστής
κατασκευαστής oem, κατασκευαστής βιολιών, κατασκευαστήσ μελών ανθρώπινου σώματοσ, κατασκευαστής μυλόπετρων, κατασκευαστής ψωμιού, κατασκευαστής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κατασκευαστής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κατασκευάζω στα πορτογαλικά - abranger, instituir, executar, tornar, indústria, atingir, obter, ...
- κατασκευή στα πορτογαλικά - estrutura, teia, construção, de construção, a construção, construção de, da construção
- κατασκοπεία στα πορτογαλικά - espionagem, de espionagem, a espionagem, espionage
- κατασκοπεύω στα πορτογαλικά - espião, jorros, bisbilhotar, Snoop, de snoop
Τυχαίες λέξεις
Κατασκευαστής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fabricante, fabricantes, fabricante de, fabricante do, o fabricante
Μεταφράσεις: fabricante, fabricantes, fabricante de, fabricante do, o fabricante