Μάζεμα στα φινλανδικά

Μετάφραση: μάζεμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kääriytyä, kääriä, nouto, pickup, lava, noutopisteet
Μάζεμα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μάζεμα

μάζεμα καρυδιών, μάζεμα ελιών, μάζεμα πατάτας, μάζεμα σταφυλιών, μάζεμα λεβάντας, μάζεμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μάζεμα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μάγουλο στα φινλανδικά - pakara, röyhkeys, poski, cheek, poskelle, posken, poskessa
  • μάζα στα φινλανδικά - lauma, ihmiset, kasaantuva, joukko, massa, massan, massaa, ...
  • μάθημα στα φινλανδικά - oppitunti, oppi, opetus, tunti, oppitunnin, oppiaiheen, lesson
  • μάλαμα στα φινλανδικά - syvänkeltainen, kulta, Malama
Τυχαίες λέξεις
Μάζεμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kääriytyä, kääriä, nouto, pickup, lava, noutopisteet