Õhusõiduk στα ελληνικά

Μετάφραση: õhusõiduk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αεροσκάφος, αεροσκαφών, Αεροσκάφη, Τα αεροσκάφη, Aircraft
Õhusõiduk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aktuaalne στα ελληνικά - πραγματικός, αληθινός, τοπικός, τοπική, τοπικής, επίκαιρο, επίκαιρα
  • interventsioon στα ελληνικά - διαπλοκή, μεσολάβηση, παρέμβαση, παρέμβασης, παρεμβάσεως, επέμβαση, επέμβασης
  • kombain στα ελληνικά - συνδυάζω, θεριστική μηχανή, θεριστής, θεριζοαλωνιστική, θεριζοαλωνιστική μηχανή, θεριζοαλωνιστικών μηχανών
  • küünar στα ελληνικά - πήχης, ELL, ΕΛΛ, βέλτιστο επίπεδο διαρροών, προσθήκη σχήματος
Τυχαίες λέξεις
Õhusõiduk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αεροσκάφος, αεροσκαφών, Αεροσκάφη, Τα αεροσκάφη, Aircraft