Õlu στα ελληνικά
Μετάφραση: õlu, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jõuetu στα ελληνικά - λιποθυμώ, αμυδρός, ανίσχυρος, ανίσχυροι, ανίκανος, ανίσχυρη, αδύναμοι
- küpsetama στα ελληνικά - μάγειρας, σχάρα, ανακρίνω, μαγειρεύω, ψήνω, Ψήστε, bake, ...
- mahhinatsioon στα ελληνικά - ραδιουργία, δολοπλοκία, μηχανορραφία, σκευωρία
- narr στα ελληνικά - γελωτοποιός, ανόητος, ξεγελάσουν, ξεγελάσει, ξεγελάσουν τους, βλάκας
Τυχαίες λέξεις
Õlu στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου
Μεταφράσεις: μπύρα, μπίρα, μπύρας, μπίρας, ζύθου