Λέξη: συνθετικός
Σχετικές λέξεις: συνθετικός
συνθετικός κυβισμός, συνθετικός χλοοτάπητας 5χ5, συνθετικός χλοοτάπητας τιμή, συνθετικός χλοοτάπητας γηπέδων ποδοσφαίρου, συνθετικός χλοοτάπητας τιμές, συνθετικός φράχτης, συνθετικός τάπητας, συνθετικός χλοοτάπητας
Μεταφράσεις: συνθετικός
συνθετικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
synthetic, a synthetic
συνθετικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
sintético, sintética, sintéticos, sintéticas, sintético de
συνθετικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
künstlich, kunststoff, synthetisch, Kunststoff, Synthetik, synthetischen, synthetische
συνθετικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
synthétique, synthèse, artificiel, plastique, postiche, factice, synthétiques, de synthèse
συνθετικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
artificiale, sintetico, sintetica, sintetici, sintetiche, sintesi
συνθετικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sintético, sintética, sintéticos, sintéticas, síntese
συνθετικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
synthetisch, synthetische, kunststof, van synthetische
συνθετικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
искусственный, штучный, синтетический, синтетические, синтетического, синтетическое, синтетических
συνθετικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
syntetisk, syntetiske, kunststoff, syntet
συνθετικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
syntetisk, syntetiskt, syntetiska, syntet, syntes
συνθετικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
synteettinen, synteettiset, synteettisiä, synteettistä, synteettisten
συνθετικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
syntetisk, syntetiske, kunststof, af syntetiske
συνθετικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
syntetický, umělý, syntetické, syntetická, syntetických, syntetického
συνθετικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
syntetyczny, syntetyk, syntetyczne, syntetycznych, syntetyczna
συνθετικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szintetikus, a szintetikus, mesterséges, műanyag
συνθετικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sentetik, sentetik bir, suni, yapay
συνθετικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
штучний, синтетичний, синтетический
συνθετικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sintetik, sintetike
συνθετικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
синтетичен, синтетични, синтетична, синтетично, синтетичния
συνθετικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сінтэтычны
συνθετικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sünteetiline, sünteetilised, sünteetiliste, sünteetilise, sünteetilisi
συνθετικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sintetički, sintetske, sintetičan, sintetski, sintetička, sintetičke, sintetičkih
συνθετικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tilbúið, samtengd, samtengt, syntetískum, gervi
συνθετικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sintetinis, sintetiniai, sintetinių, sintetinio, sintetinė
συνθετικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sintētisks, sintētiskās, sintētisko, sintētiskā, sintētisku
συνθετικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
синтетички, синтетичка, синтетичко, синтетски, синтетичките
συνθετικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sintetic, sintetice, sintetică, sinteză, sintetica
συνθετικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sintetična, sintetični, sintetične, sintetično, sintetičnih
συνθετικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
syntetický, syntetické, Syntetika, syntetického, syntetizovanú