Üldse στα ελληνικά
Μετάφραση: üldse, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντελώς, τίποτα, πάντα, ποτέ, συνεχώς, ολοένα, όλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abonent στα ελληνικά - συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
- ettetellija στα ελληνικά - συνδρομητής, για, για την, για τη, για το, για τις
- kristlik στα ελληνικά - Χριστιανός, χριστιανική, χριστιανικής, χριστιανικές, χριστιανικό
- küürselg στα ελληνικά - καμπούρα, καμπούρης, humpback, μεγάπτερη, καμπούρες, μεγαλοπτεροφάλαινες
Τυχαίες λέξεις
Üldse στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντελώς, τίποτα, πάντα, ποτέ, συνεχώς, ολοένα, όλο
Μεταφράσεις: εντελώς, τίποτα, πάντα, ποτέ, συνεχώς, ολοένα, όλο