Blokk στα ελληνικά

Μετάφραση: blokk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνασπισμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες
Blokk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blokeerima στα ελληνικά - απενεργοποιώ, αχρηστεύω, φραγμός, στηρίγματα, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, ...
  • blokeerimine στα ελληνικά - πάγωμα, παγώσει, καταψύχετε, να παγώσει, παγώσουν
  • blond στα ελληνικά - ξανθός, ξανθιά, ξανθά, ξανθό, ξανθιά που, ξανθή
  • blondiin στα ελληνικά - ξανθός, ξανθιά, ξανθά, ξανθό, ξανθιά που, ξανθή
Τυχαίες λέξεις
Blokk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνασπισμός, μπλοκ, κατηγορία, κατά κατηγορία, κατηγορίες, κατά κατηγορίες