Dekoreerima στα ελληνικά
Μετάφραση: dekoreerima, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Μεταφράσεις
- dekoloniseerimine στα ελληνικά - αποαποικιοποίηση, αποαποικιοποίησης, κατάργηση του αποικιοκρατικού καθεστώτος, της αποαποικιοποίησης
- dekoratiivne στα ελληνικά - διακοσμητικός, Διακοσμητικά, διακοσμητικό, διακοσμητικές, διακοσμητική
- dekreet στα ελληνικά - διάταγμα, θεσπίζω, θέσπισμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
- delegaat στα ελληνικά - αντιπρόσωπος, απεσταλμένος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο
Τυχαίες λέξεις
Dekoreerima στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν
Μεταφράσεις: διακοσμώ, λουσάρω, καλλωπίζω, διακοσμούν, διακοσμήσετε, διακοσμήσει, κοσμούν, στολίζουν