Haru στα ελληνικά

Μετάφραση: haru, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποκατάστημα, κλάδος, παρακλάδι, βλαστός, παραφυάδα, κλαδί, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου
Haru στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • harrastama στα ελληνικά - πάει για, πάει σε, να πάει σε, πάει μέσα για, πάτε μέσα για
  • harrastus στα ελληνικά - ασχολία, καταδίωξη, επίτευγμα, χόμπι, Hobby, Χόμπυ, το χόμπι
  • haruldane στα ελληνικά - σπάνιος, ασυνήθης, ασυνήθιστος, Όχι συχνές, ασυνήθιστο, Οχι συχνές
  • haruldus στα ελληνικά - περιέργεια, σπανιότητα, σπανιότητας, σπάνιο, σπανιότητάς, κάτι σπάνιο
Τυχαίες λέξεις
Haru στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποκατάστημα, κλάδος, παρακλάδι, βλαστός, παραφυάδα, κλαδί, υποκαταστήματος, κλάδο, κλάδου