Inerts στα ελληνικά
Μετάφραση: inerts, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- industrialiseerimine στα ελληνικά - εκβιομηχάνιση, βιομηχανοποίηση, εκβιομηχάνισης, βιομηχανοποίησης, την εκβιομηχάνιση
- inertne στα ελληνικά - αδρανής, αδρανή, αδρανούς, αδρανές, αδρανείς
- inetu στα ελληνικά - άσχημος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
- inetus στα ελληνικά - ασχημία, ασχήμια, την ασχήμια, ασχήμιας, ασκήμια
Τυχαίες λέξεις
Inerts στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας
Μεταφράσεις: αδράνεια, αδράνειας, αδρανείας, την αδράνεια, της αδράνειας