Kamin στα ελληνικά

Μετάφραση: kamin, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τζάκι, το τζάκι, τζακιού, εστία
Kamin στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kambakaklus στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, αγώνα, μάχη, καταπολέμηση, καταπολέμησης, πάλη
  • kamber στα ελληνικά - κοιλότητα, θάλαμος, θαλάμη, τμήμα, θάλαμο, θαλάμου, Επιμελητήριο
  • kaminavõre στα ελληνικά - FIREGUARD, οι FIREGUARD
  • kamm στα ελληνικά - χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
Τυχαίες λέξεις
Kamin στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τζάκι, το τζάκι, τζακιού, εστία