Kurinahk στα ελληνικά
Μετάφραση: kurinahk, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβολος, μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, Kurinahk
Μεταφράσεις
- kuri στα ελληνικά - κακό, κακού, το κακό, κακά, του κακού
- kurikuulus στα ελληνικά - διαβόητος, περιβόητος, κακόφημος, περίφημο, διαβόητη, κακόφημο, διαβόητο
- kuristik στα ελληνικά - άβυσσος, φαράγγι, ρεματιά, χαράδρα, χαράδρας, φαραγγιού
- kuristikuline στα ελληνικά - φοβερός, γραμμή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Τυχαίες λέξεις
Kurinahk στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβολος, μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, Kurinahk
Μεταφράσεις: διάβολος, μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, Kurinahk