Lõhnaõli στα ελληνικά
Μετάφραση: lõhnaõli, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευωδία, οσμή, άρωμα, μυρωδιά, ευωδιά, το άρωμα, μυρωδιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lõhnama στα ελληνικά - μυρωδιά, μυρίζω, γεύομαι, γεύση, ευωδίας, απολαύστε, γευτείτε
- lõhnastama στα ελληνικά - οσμή, ευωδία, μυρωδιά, άρωμα, το άρωμα, μυρωδιάς
- lõhustamine στα ελληνικά - διάσπαση, σχάσης, σχάση, σχάσεως, τη σχάση
- lõhustumine στα ελληνικά - διάσπαση, σχάσης, σχάση, σχάσεως, τη σχάση
Τυχαίες λέξεις
Lõhnaõli στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευωδία, οσμή, άρωμα, μυρωδιά, ευωδιά, το άρωμα, μυρωδιάς
Μεταφράσεις: ευωδία, οσμή, άρωμα, μυρωδιά, ευωδιά, το άρωμα, μυρωδιάς