Lüüriline στα ελληνικά
Μετάφραση: lüüriline, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυρικός, λυρική, λυρικό, λυρικής, λυρικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lüpsma στα ελληνικά - γάλα, αρμέγω, το έργο, έργο, εργασία, εργασίας, εργασίες
- lüüasaamine στα ελληνικά - ήττα, την ήττα, ήττας, αναστολής, ήττα του
- lüürilisus στα ελληνικά - λυρισμός, λυρισμό, λυρισμού, το λυρισμό, λυρικότητα
- lüüs στα ελληνικά - κλειδαριά, υδατοφράκτης, αγωγού πτώσης, Αγωγοί πτώσης, ορθογώνια ανυψούμενη θύρα, ορθογώνιας ανυψούμενης θύρας
Τυχαίες λέξεις
Lüüriline στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυρικός, λυρική, λυρικό, λυρικής, λυρικού
Μεταφράσεις: λυρικός, λυρική, λυρικό, λυρικής, λυρικού