Λέξη: γραμματοσειρά

Σχετικές λέξεις: γραμματοσειρά

γραμματοσειρά αρχαία ελληνικά, γραμματοσειρά ελληνικά, γραμματοσειρά για τατουάζ, γραμματοσειρά helvetica, γραμματοσειρά πολυτονική, γραμματοσειρά κιμωλία, γραμματοσειρά αρχαίων ελληνικών, γραμματοσειρά γραφομηχανής, γραμματοσειρά βυζαντινής γραφής, γραμματοσειρά βιβλίων

Συνώνυμα: γραμματοσειρά

κολυμβήθρα, δοχείο αγιασμού, σειρά τυπογραφικών στοιχείων

Μεταφράσεις: γραμματοσειρά

γραμματοσειρά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
font, fonts, font is, typeface, the font

γραμματοσειρά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pila, fuente, la fuente, de fuente, letra, de fuentes

γραμματοσειρά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schriftsatz, schriftart, schrift, Schrift, Schriftart, font, Schriftarten

γραμματοσειρά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
coupe, caractère, fonte, police, font, la police, polices

γραμματοσειρά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
font, carattere, fonte, tipo di carattere, del font

γραμματοσειρά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fonte, pia batismal, font, da fonte, tipo de letra

γραμματοσειρά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doopvont, lettertype, font, lettergrootte, lettertypen

γραμματοσειρά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
купель, источник, шрифт, фонтан, шрифта, шрифтов, шрифте, о шрифте

γραμματοσειρά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
font, skrift, skriften, skrifttype

γραμματοσειρά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
font, typsnitt, teckensnitt, tecken, stilsorten

γραμματοσειρά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjasin, kirjasinlaji, fontin, font, fontti

γραμματοσειρά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
font, skrifttype, skriftstørrelse, skrift, kategori

γραμματοσειρά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
řez, písmeno, font, písmo, písma, písmu, o písmu

γραμματοσειρά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krój, czcionka, zbiór, chrzcielnica, czcionki, font, czcionce

γραμματοσειρά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
olajtartály, keresztkút, betűtípus, font, betűkészlet, betűtípust

γραμματοσειρά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yazı, yazı tipi, tipi, Font, yazıtipi

γραμματοσειρά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шрифт, Шрифт На

γραμματοσειρά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
burim, font, shkronjave, fontit, e fontit

γραμματοσειρά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шрифта, шрифт, на шрифта, шрифта Максимален, на шрифта Максимален

γραμματοσειρά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шрыфт

γραμματοσειρά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ristimiskarikas, kirjatüüp, kiri, font, fondi, kirja, fonti, kirjasuurus

γραμματοσειρά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
slova, pismo, font, karakteri, fonta, krstionica, teksta

γραμματοσειρά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
letur, Font, Skírnarfontur, leturgerð, letrið

γραμματοσειρά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šriftas, šrifto, font, šriftą, šriftų

γραμματοσειρά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
fonts, fontu, fonta, font, burtu

γραμματοσειρά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
фонтот, фонт, на фонтот, на фонт, font

γραμματοσειρά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
font, fontului, fonturi, fontul, de font

γραμματοσειρά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
písmo, pisava, font, pisave, pisavo, črk

γραμματοσειρά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
font, písmo

Στατιστικά δημοτικότητας: γραμματοσειρά

Τυχαίες λέξεις