Lepitama στα ελληνικά
Μετάφραση: lepitama, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατευνάζω, συνδιαλλάττω, συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώσει, συμβιβάσουν τις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lepingutingimus στα ελληνικά - μέριμνα, προμήθεια, διάρκεια της σύμβασης, διάρκεια ισχύος της σύμβασης, συμβατικής ρήτρας, διάρκεια της συμβάσεως, ρήτρα σύμβασης
- lepitaja στα ελληνικά - συμφιλιωτής, μεσολαβητή, μεσολαβητής, διαιτητού, συνδιαλλαγέα
- lepitav στα ελληνικά - συμβιβαστικός, διαλλακτικός, συμβιβαστική, διαλλακτική, συμφιλιωτικό
- lepitus στα ελληνικά - συμφιλίωση, συμφιλίωσης, τη συμφιλίωση, της συμφιλίωσης, συνδυασμό
Τυχαίες λέξεις
Lepitama στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατευνάζω, συνδιαλλάττω, συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώσει, συμβιβάσουν τις
Μεταφράσεις: κατευνάζω, συνδιαλλάττω, συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμφιλιώσει, συμβιβάσουν τις