Mägi στα ελληνικά

Μετάφραση: mägi, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βουνό, όρος, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό
Mägi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mäger στα ελληνικά - ασβός, παρενοχλώ, ασβού, badger, ασβών, ασβό
  • mägikits στα ελληνικά - αίγαγρος, σαμουά, αγριοκάτσικου, αγριόγιδο, αίγαγροι
  • mägimajake στα ελληνικά - καλύβα στο βουνό, ορεινό καταφύγιο, καταφύγιο στο βουνό, το ορεινό καταφύγιο, στο ορεινό καταφύγιο
Τυχαίες λέξεις
Mägi στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βουνό, όρος, βουνού, στο βουνό, ορεινές, ορεινό