Όρος στα εσθονικά

Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
eritingimus, oskussõna, semester, mägi, tähtaeg, paigaldama, termin, perspektiivis, mõiste, tähtajaga, mõistet
Όρος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: όρος

όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας εσθονικά, όρος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • όριο στα εσθονικά - piirjoon, piir, limiit, piirmäära, piiri, piirmäär
  • όρκος στα εσθονικά - vanne, tõotus, vande, ametivande, vande all, vandetõotuse
  • όροφος στα εσθονικά - istungisaal, korrus, alampiir, põrand, korrusel, põranda, sõna
  • όσιος στα εσθονικά - püha, õnnistatud, Õnnis, Blessed, Pühima, Kiidetava
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: eritingimus, oskussõna, semester, mägi, tähtaeg, paigaldama, termin, perspektiivis, mõiste, tähtajaga, mõistet