Mürsulehter στα ελληνικά
Μετάφραση: mürsulehter, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρατήρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mürsk στα ελληνικά - καβούκι, βλήμα, κέλυφος, οβίδα, βλήματος, βλήματα, βλημάτων, ...
- mürsukest στα ελληνικά - βλήμα, βλήματος, βλήματα, βλημάτων, του βλήματος
- mürts στα ελληνικά - καβγάς, φασαρία, fracas, φασαρία Η, θόρυβος
- mürtsutamine στα ελληνικά - πάταγος, σαματάς
Τυχαίες λέξεις
Mürsulehter στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρατήρας
Μεταφράσεις: κρατήρας