Majutus στα ελληνικά
Μετάφραση: majutus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλυμα, στεγαστικός, στέγαση, καταλύματα, διαμονή, διαμονής
Μεταφράσεις
- majoraan στα ελληνικά - μαντζουράνα, μαντζουράνας, ματζουράνα, η μαντζουράνα, τη μαντζουράνα
- majutama στα ελληνικά - οικοδεσπότης, στεγάζω, φιλοξενώ, εξυπηρετώ, φυλάω, φιλοξενήσει, φιλοξενήσουν, ...
- makaron στα ελληνικά - μακαρονάδα, μανέστρα, noodle, Νούντλ, νουντλς, ζυμαρικά ταχείας ετοιμασίας
Τυχαίες λέξεις
Majutus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλυμα, στεγαστικός, στέγαση, καταλύματα, διαμονή, διαμονής
Μεταφράσεις: κατάλυμα, στεγαστικός, στέγαση, καταλύματα, διαμονή, διαμονής