Maksumaksja στα ελληνικά
Μετάφραση: maksumaksja, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορολογούμενος, φορολογούμενο, φορολογουμένου, φορολογούμενου, φορολογουμένων
![Maksumaksja στα ελληνικά Maksumaksja στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ee-gr-8240.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- maksujõuetus στα ελληνικά - πτώχευση, πτώχευσης, την πτώχευση, χρεοκοπία, χρεοκοπίας
- maksukoguja στα ελληνικά - φοροεισπράκτορας, τελώνης, φοροεισπράκτορα, εισπράκτορας φόρων, τελώνη
- maksumus στα ελληνικά - δαπάνη, κόστος, κοστίζω, κόστους, του κόστους, το κόστος, δαπανών
- maksustama στα ελληνικά - φροντίδα, φορολογώ, φόρος, κατηγορία, προβληματίζω, φόρου, φόρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Maksumaksja στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορολογούμενος, φορολογούμενο, φορολογουμένου, φορολογούμενου, φορολογουμένων
Μεταφράσεις: φορολογούμενος, φορολογούμενο, φορολογουμένου, φορολογούμενου, φορολογουμένων