Matriarhaat στα ελληνικά
Μετάφραση: matriarhaat, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντρειά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- matma στα ελληνικά - θάβω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
- matmine στα ελληνικά - ταφή, ταφής, την ταφή, ταφικά, η ταφή
- mats στα ελληνικά - αγροίκος, χωριάτης, χαζοχωριάτης
- matslik στα ελληνικά - αγροίκος, άξεστος, άξεστη, η άξεστη, άξεστες
Τυχαίες λέξεις
Matriarhaat στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντρειά
Μεταφράσεις: παντρειά