Murdosa στα ελληνικά

Μετάφραση: murdosa, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Murdosa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • murdma στα ελληνικά - αντεπίθεση, σπάσιμο, διχοτομία, θλάση, διάλειμμα, κάταγμα, σπάζω, ...
  • murdmatu στα ελληνικά - άθραυστος, άθραυστο, άθραυστα, άθραυστη, άρρηκτη
  • murdosaline στα ελληνικά - κλασματικός, κλασματική, κλασματικής, κλασματικό, κλασματικά
  • murdumine στα ελληνικά - θραύση, σπάσιμο, θραύσης, ρήξη, θραύσεως
Τυχαίες λέξεις
Murdosa στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που