Osa στα ελληνικά

Μετάφραση: osa, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρόλος, μερίδιο, τομή, τμήμα, απαριθμώ, κλήρος, μοιράζομαι, μερίδα, μοιράζω, στοιχείο, λεπτομέρεια, χωρίζω, μέρος, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Osa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auruma στα ελληνικά - αποπνέω, exhale, αναδώστε, εκπνεύσεις, αναδίνετε
  • duaalne στα ελληνικά - διπλός, διπλής, διπλή, διπλό, διπλού
  • jäärak στα ελληνικά - λαγκάδι, φαράγγι, κριούς, κριάρια, κριαριών, κριών, κριοί
  • mehike στα ελληνικά - ανδρείκελο, ανδρεικέλου, ανδρείκελου, ανδρεικέλου που, ανδρείκελο που
Τυχαίες λέξεις
Osa στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρόλος, μερίδιο, τομή, τμήμα, απαριθμώ, κλήρος, μοιράζομαι, μερίδα, μοιράζω, στοιχείο, λεπτομέρεια, χωρίζω, μέρος, πλαίσιο, μέρους, μέρει