Päevalill στα ελληνικά
Μετάφραση: päevalill, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήλιος, ηλιοτρόπιο, ηλιέλαιο, ηλίανθου, ηλίανθο, ηλίανθος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analüütiline στα ελληνικά - αναλυτικός, αναλυτική, αναλυτικές, ανάλυσης, αναλυτικών
- ihaldamine στα ελληνικά - καημός, επιθυμία, η επιθυμία, την επιθυμία, επιθυμίας, βούληση
- metafüüsika στα ελληνικά - μεταφυσική, Μεταφυσικής, τη μεταφυσική, η μεταφυσική, την μεταφυσική
- nimel στα ελληνικά - για λογαριασμό, εξ ονόματος, εξ ονοματος, εκ μέρους
Τυχαίες λέξεις
Päevalill στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήλιος, ηλιοτρόπιο, ηλιέλαιο, ηλίανθου, ηλίανθο, ηλίανθος
Μεταφράσεις: ήλιος, ηλιοτρόπιο, ηλιέλαιο, ηλίανθου, ηλίανθο, ηλίανθος