Põlastusväärne στα ελληνικά
Μετάφραση: põlastusväärne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποταπός, υποτιμητικός, χλευαστικός, αξιοκαταφρόνητος, αξιοκαταφρόνητο, άξιοι περιφρόνησης, επονείδιστου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajaleht στα ελληνικά - εφημερίδα, εφημερίδας, εφημερίδων, εφημερίδες, την εφημερίδα
- dokumentatsioon στα ελληνικά - τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
- idioom στα ελληνικά - ιδίωμα, ιδιωματισμός, ιδιώματος, Λόγος, ιδίωμα που
- kõnts στα ελληνικά - μουρνταριά, βόρβορος, βρομιά, κοπριά, σάλτσες, crud, ακατέργαστο, ...
Τυχαίες λέξεις
Põlastusväärne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποταπός, υποτιμητικός, χλευαστικός, αξιοκαταφρόνητος, αξιοκαταφρόνητο, άξιοι περιφρόνησης, επονείδιστου
Μεταφράσεις: ποταπός, υποτιμητικός, χλευαστικός, αξιοκαταφρόνητος, αξιοκαταφρόνητο, άξιοι περιφρόνησης, επονείδιστου