Partikkel στα ελληνικά
Μετάφραση: partikkel, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματίδιο, μόριο, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aniis στα ελληνικά - γλυκάνισο, γλυκάνισου, ανίσου, άνισου, άνισο
- hermeetiline στα ελληνικά - ερμητικός, Ερμητική, Ερμητικό, Hermetic, Ερμητικής
- laagerdunud στα ελληνικά - ώριμος, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
- liigutatav στα ελληνικά - κινητός, κινητά, κινητό, κινητών, κινητή
Τυχαίες λέξεις
Partikkel στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματίδιο, μόριο, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων
Μεταφράσεις: σωματίδιο, μόριο, σωματιδίων, σωματιδίου, των σωματιδίων, τεμαχιδίων