Pidamisvõimeline στα ελληνικά
Μετάφραση: pidamisvõimeline, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήπειρος, ήπειρο, ηπείρου, ήπειρό, της ηπείρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alampiir στα ελληνικά - όροφος, πάτωμα, ναδίρ, το ναδίρ, στο ναδίρ, ναδίρ των, κατώτατο
- kasutamatu στα ελληνικά - διαθέσιμο, διαθέσιμη, μη διαθέσιμο, διαθέσιμος, διαθέσιμες
- lõik στα ελληνικά - παράγραφος, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
- muretu στα ελληνικά - ανέμελος, ξέγνοιαστος, αμέριμνος, ξένοιαστος, ξέγνοιαστες, ανέμελη, ξένοιαστες
Τυχαίες λέξεις
Pidamisvõimeline στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήπειρος, ήπειρο, ηπείρου, ήπειρό, της ηπείρου
Μεταφράσεις: ήπειρος, ήπειρο, ηπείρου, ήπειρό, της ηπείρου