Poort στα ελληνικά

Μετάφραση: poort, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλέκω, ρελιάζω, κοτσίδα, άκρη, χείλος, άκρο, ακμή, ακμής
Poort στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • flirtiv στα ελληνικά - φιλάρεσκος, ερωτότροπος, ερωτύλος, ερωτική, ερωτύλο, φλερτ
  • frivoolne στα ελληνικά - ελαφρόμυαλος, επιπόλαιος, επιπόλαιες, επιπόλαια, επιπόλαιη, επιπόλαιο
  • kahevalentne στα ελληνικά - αμφίβιος, δισθενής, δισθενή, δισθενές, δισθενούς, δισθενείς
  • märgatavalt στα ελληνικά - αρκετά, φαινομενικά, σημαντικά, σημαντική, πολύ, αισθητά, σημαντικά την
Τυχαίες λέξεις
Poort στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλέκω, ρελιάζω, κοτσίδα, άκρη, χείλος, άκρο, ακμή, ακμής