Puhkus στα ελληνικά

Μετάφραση: puhkus, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκουράζομαι, διακοπές, αναψυχή, ησυχασμός, υπόλοιπος, άδεια, αργία, γιορτή, διακοπών, τις διακοπές
Puhkus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • harusabalised στα ελληνικά - σύφιλη
  • jäätavalt στα ελληνικά - παγερός, ψύξη, καταφατική, καταφατικά, Θετικές, καταφατική απάντηση, Θετικές διακρίσεις
  • kolt στα ελληνικά - πουλάρι, Kolt, Τα Kolt
  • lihtminevik στα ελληνικά - ατελής, ατελή, ατελούς, ατελείς, ατελές
Τυχαίες λέξεις
Puhkus στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκουράζομαι, διακοπές, αναψυχή, ησυχασμός, υπόλοιπος, άδεια, αργία, γιορτή, διακοπών, τις διακοπές