Puiestee στα ελληνικά

Μετάφραση: puiestee, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεωφόρος, λεωφόρο, Avenue, λεωφόρου, τη λεωφόρο
Puiestee στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auk στα ελληνικά - τρήμα, τρύπα, φλιτζάνι, οπή, οπής, οπών, τρύπας
  • kolmapäev στα ελληνικά - μικρός, Τετάρτη, Τετάρτης, της Τετάρτης, την Τετάρτη
  • laip στα ελληνικά - πτώμα, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού
  • lugema στα ελληνικά - κόμης, διαβάζω, νουθετώ, διάλεξη, μετρώ, ανάγνωση, διαβάσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Puiestee στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεωφόρος, λεωφόρο, Avenue, λεωφόρου, τη λεωφόρο