Retsept στα ελληνικά
Μετάφραση: retsept, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόδειξη, λήψη, παραλαβή, συνταγή, συνταγής, η συνταγή, τη συνταγή, συνταγών
Μεταφράσεις
- demagoogia στα ελληνικά - δημαγωγία, δημαγωγίας, τη δημαγωγία, της δημαγωγίας
- eelaimus στα ελληνικά - καμπούρα, προαίσθημα, hunch, ισχυρό προαίσθημα, η διαίσθησή
- hädaseisund στα ελληνικά - κατάσταση έκτακτης ανάγκης, κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, κατάστασης έκτακτης ανάγκης, κατάστασης εκτάκτου ανάγκης
- metamorfoos στα ελληνικά - μεταμόρφωση, Μεταμόρφωσης, της Μεταμόρφωσης, μεταμόρφωσή, η μεταμόρφωση
Τυχαίες λέξεις
Retsept στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόδειξη, λήψη, παραλαβή, συνταγή, συνταγής, η συνταγή, τη συνταγή, συνταγών
Μεταφράσεις: απόδειξη, λήψη, παραλαβή, συνταγή, συνταγής, η συνταγή, τη συνταγή, συνταγών