Sõnasõda στα ελληνικά
Μετάφραση: sõnasõda, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεκδικώ, σειρά, διένεξη, κωπηλατώ, διαφωνία, καβγάς, λογομαχία, επιχείρημα, αμφισβήτηση, διαμάχη, αντιπαράθεση, διαμάχης, αντιπαραθέσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- masturbeerima στα ελληνικά - αυνανίζομαι, αυνανίζονται, μαλακίζομαι, αυνανιστεί, masturbate
- meelepahatorm στα ελληνικά - μια, ένα, α, ένας, μία
- mäetekkeline στα ελληνικά - οργανικός
- nahkne στα ελληνικά - δερματοειδής, δερματώδεις, δερματοειδές, δερματώδη, δερματοειδή
Τυχαίες λέξεις
Sõnasõda στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεκδικώ, σειρά, διένεξη, κωπηλατώ, διαφωνία, καβγάς, λογομαχία, επιχείρημα, αμφισβήτηση, διαμάχη, αντιπαράθεση, διαμάχης, αντιπαραθέσεις
Μεταφράσεις: διεκδικώ, σειρά, διένεξη, κωπηλατώ, διαφωνία, καβγάς, λογομαχία, επιχείρημα, αμφισβήτηση, διαμάχη, αντιπαράθεση, διαμάχης, αντιπαραθέσεις