Κωπηλατώ στα εσθονικά

Μετάφραση: κωπηλατώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
riid, sõudma, sõnasõda, kanuu, kanuuga, kanuud, kanuude, kanuus
Κωπηλατώ στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κωπηλατώ

κωπηλατώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, κωπηλατώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κωνοφόρος στα εσθονικά - okas-, okaspuu, okas, Okaspuupuidu, okaspuidust
  • κωπηλασία στα εσθονικά - sõudmine, sõudmise, sõudepaadid, võidusõidusõudepaadid, aerutamine
  • κόβω στα εσθονικά - lõige, lahutama, katkestama, rabak, tükeldama, langetamine, nahk, ...
  • κόκαλο στα εσθονικά - tuupima, luu, kondiga, luude, luukoe, luust
Τυχαίες λέξεις
Κωπηλατώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: riid, sõudma, sõnasõda, kanuu, kanuuga, kanuud, kanuude, kanuus