Suur στα ελληνικά

Μετάφραση: suur, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απίθανος, πρόστυχος, λαμπρός, αισχρός, χοντρός, πατσαβούρα, μεγάλος, ακαθάριστος, σπουδαίος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες
Suur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eepiline στα ελληνικά - επικός, έπος, επική, επικό, επικές, επικά
  • hoidmine στα ελληνικά - αποθήκευση, αποθήκευσης, την αποθήκευση, αποθεματοποίησης, αποθεματοποίηση
  • idealist στα ελληνικά - ιδεαλιστής, ιδεαλιστική, ιδεαλιστή, ιδεολόγος, ιδεαλιστικές
  • manaja στα ελληνικά - γόης, πλανευτής, Charmer, γητευτή, γοητευτικού
Τυχαίες λέξεις
Suur στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απίθανος, πρόστυχος, λαμπρός, αισχρός, χοντρός, πατσαβούρα, μεγάλος, ακαθάριστος, σπουδαίος, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες