Tõekspidamine στα ελληνικά

Μετάφραση: tõekspidamine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταδίκη, δόγμα, πεποίθηση, πίστη, πεποιθήσεων, πεποίθησή, πεποιθήσεις
Tõekspidamine στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kähe στα ελληνικά - βραχνός, τραχύς, λαρύγγι, βραχνή, λαρυγγικός
  • lõbusalt στα ελληνικά - καμαρωτά, ξένοιαστα, κεφάτα
  • marutõbi στα ελληνικά - λύσσα, υδροφοβία
Τυχαίες λέξεις
Tõekspidamine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταδίκη, δόγμα, πεποίθηση, πίστη, πεποιθήσεων, πεποίθησή, πεποιθήσεις