Tõendamine στα ελληνικά
Μετάφραση: tõendamine, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ίδρυση, επαλήθευση, επαλήθευσης, ελέγχου, έλεγχο, εξακρίβωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arenenud στα ελληνικά - προχωρημένος, αναπτυγμένες, ανεπτυγμένες, ανεπτυγμένων, αναπτυγμένων, ανεπτυγμένη
- kaader στα ελληνικά - κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό
- kobar στα ελληνικά - σύμπλεγμα, συστοιχία, συστάδα, συμπλέγματος, διασποράς, cluster
- läbipääs στα ελληνικά - τοίχος, pass-through, μετακύλιση, μετακύλισης, διέλευσης, μετακύλιση των
Τυχαίες λέξεις
Tõendamine στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ίδρυση, επαλήθευση, επαλήθευσης, ελέγχου, έλεγχο, εξακρίβωση
Μεταφράσεις: ίδρυση, επαλήθευση, επαλήθευσης, ελέγχου, έλεγχο, εξακρίβωση