Tulp στα ελληνικά
Μετάφραση: tulp, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολόνα, τουλίπα, στήλη, στήλης, της στήλης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- impotentne στα ελληνικά - ανίκανος, ανίκανη, αδύναμοι, ανίσχυρη, ανίκανοι
- koloniseerimine στα ελληνικά - αποικισμός, αποίκιση, αποικισμού, αποικισμό, τον αποικισμό
- küpsema στα ελληνικά - περίοδος, νοστιμίζω, περίοδο, μεστώνω, ωριμάζω, ώριμος, ώριμη, ...
- määratlema στα ελληνικά - προσδιορίζω, καθορίζουν, ορίζουν, καθορίσει, καθορίσουν, ορίσει
Τυχαίες λέξεις
Tulp στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολόνα, τουλίπα, στήλη, στήλης, της στήλης
Μεταφράσεις: κολόνα, τουλίπα, στήλη, στήλης, της στήλης