Ενοικιάζω στα αγγλικά
Μετάφραση: ενοικιάζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rent, let out, hire, rent out
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ενοικιάζω
let
- αφήνω
- επιτρέπω
- αφίνω
- ενοικιάζω
- νοικιάζω
- ενοικιάζω
- προσλαμβάνομαι για εργασία
- προσλαμβάνω
- μισθώνω
- εκμισθώνω
- ενοικιάζω
- νοικιάζω
- ενοικιάζομαι
- μισθώνω
- ενοικιάζω
- ενοικιάζω
Σχετικές λέξεις: ενοικιάζω
ενοικιάζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, ενοικιάζω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ενοικίαση στα αγγλικά - rental, hire, lease, rent, renting
- ενοικιάζομαι στα αγγλικά - let, enoikiazomai
- ενοποίηση στα αγγλικά - unification, consolidation, integration, the consolidation, consolidated
- ενοποιώ στα αγγλικά - unify, unite
Τυχαίες λέξεις
Ενοικιάζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: rent, let out, hire, rent out
Μεταφράσεις: rent, let out, hire, rent out