Võimalik στα ελληνικά

Μετάφραση: võimalik, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιθανός, ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, εφικτός, δυνατός, δυνατόν, δυνατό, δυνατή, το δυνατόν
Võimalik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • könt στα ελληνικά - κούτσουρο, κολόβωμα, κολοβώματος, πρέμνου, κορμό
  • lahknema στα ελληνικά - αποκλίνω, αποκλίνουν, αποκλίνει, διαφέρουν, να αποκλίνουν, να αποκλίνει
  • muretsema στα ελληνικά - ενδιαφέρον, έννοια, ανησυχώ, προβληματισμός, ανησυχία, ανησυχείτε, ανησυχούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Võimalik στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιθανός, ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, εφικτός, δυνατός, δυνατόν, δυνατό, δυνατή, το δυνατόν