Ákvörðun στα ελληνικά

Μετάφραση: ákvörðun, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή
Ákvörðun στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ákveða στα ελληνικά - καθορίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, λύνω, αποφασίζω, διευθετώ, να αποφασίσει, ...
  • ákveðinn στα ελληνικά - βέβαιος, σίγουρος, ορισμένες, ορισμένα, ορισμένων, ορισμένους, ορισμένο
  • ákæra στα ελληνικά - κατηγορώ, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
  • áletrun στα ελληνικά - εγχάραξη, επιγραφή, αποτύπωμα, Στοιχεία εταιρίας, Εντύπωμα, Στοιχεία εταιρίας Είσοδος, Imprint
Τυχαίες λέξεις
Ákvörðun στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή