Ákvörðun στα ελληνικά
Μετάφραση: ákvörðun, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή
![Ákvörðun στα ελληνικά Ákvörðun στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-is-gr-2860.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ákveða στα ελληνικά - καθορίζω, υπολογίζω, προσδιορίζω, λύνω, αποφασίζω, διευθετώ, να αποφασίσει, ...
- ákveðinn στα ελληνικά - βέβαιος, σίγουρος, ορισμένες, ορισμένα, ορισμένων, ορισμένους, ορισμένο
- ákæra στα ελληνικά - κατηγορώ, χρέωση, επιβάρυνση, χρεώνουν, χρεώνει, χρεώσει
- áletrun στα ελληνικά - εγχάραξη, επιγραφή, αποτύπωμα, Στοιχεία εταιρίας, Εντύπωμα, Στοιχεία εταιρίας Είσοδος, Imprint
Τυχαίες λέξεις
Ákvörðun στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή
Μεταφράσεις: απόφαση, απόφασης, αποφάσεως, απόφαση της, απόφασή