Án στα ελληνικά

Μετάφραση: án, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την
Án στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • áminna στα ελληνικά - επιπλήττω, νουθετώ, επιτιμώ, παραινώ, τιμωρώ, προειδοποιώ, προειδοποιούν, ...
  • áminning στα ελληνικά - επιτιμώ, υπενθύμιση, υπενθύμισης, υπόμνηση, υπενθυμίζει, υπενθύμιση για
  • ánamaðkur στα ελληνικά - σκουληκαντέρα, γαιοσκωλήκων, γεωσκώληκας, γαιοσκώληκας, γαιοσκώληκα
  • ánægður στα ελληνικά - ικανοποιημένο, ικανοποιημένος, ευχαριστημένος, ευχάριστη, ευχάριστη θέση, στην ευχάριστη, στην ευχάριστη θέση
Τυχαίες λέξεις
Án στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνευ, χωρίς, χωρίς να, δεν, χωρίς την