Öld στα ελληνικά

Μετάφραση: öld, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποχή, ηλικία, αιώνας, αιώνα, αι
Öld στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ögra στα ελληνικά - πειράζω, ξεμπλέκω, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για
  • öl στα ελληνικά - μπύρα, ale, ΕΕΣ, αγγλική μπύρα, ζύθος
  • ömurlegur στα ελληνικά - ζοφερός, χάλια, άθλιο, κακή, άθλια, κακός
  • ör στα ελληνικά - βέλος, arrow, βέλος Η, βέλους, το βέλος
Τυχαίες λέξεις
Öld στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποχή, ηλικία, αιώνας, αιώνα, αι