Aðgreina στα ελληνικά

Μετάφραση: aðgreina, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωριστός, χωρίζω, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή
Aðgreina στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aðgangur στα ελληνικά - προσπέλαση, πρόσβαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
  • aðgengilegur στα ελληνικά - ευπρόσιτος, δεκτός, αποδεκτός, διαθέσιμος, διαθέσιμα, διαθέσιμες, διαθέσιμο, ...
  • aðgæta στα ελληνικά - τηρώ, παρατηρώ, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
  • aðgætinn στα ελληνικά - προσεκτικός, γνωστικός, λαμβάνοντας υπόψη, επίγνωση, λαμβάνει υπόψη, προσεκτικοί
Τυχαίες λέξεις
Aðgreina στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωριστός, χωρίζω, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, ξεχωριστό, ξεχωριστή, χωριστή