Akuryrkja στα ελληνικά
Μετάφραση: akuryrkja, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεωργία, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akstur στα ελληνικά - οδήγηση, οδήγησης, οδηγήσεως, την οδήγηση, οδηγική
- akur στα ελληνικά - χωράφι, τομέας, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
- ala στα ελληνικά - τροφοδοτώ, ταΐζω, σιτίζω, Ala, αλά, αλα, Αία, ...
- alda στα ελληνικά - κύμα, ηλικίες, ηλικιών, ηλικίας, των ηλικιών, τις ηλικίες
Τυχαίες λέξεις
Akuryrkja στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεωργία, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Μεταφράσεις: γεωργία, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα