Deild στα ελληνικά

Μετάφραση: deild, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεύθυνση, τμήμα, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας
Deild στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deig στα ελληνικά - ζύμη, ζύμης, της ζύμης, ζυμάρι, τη ζύμη
  • deila στα ελληνικά - διένεξη, διαιρώ, μάχομαι, χωρίζω, διεκδικώ, μάχη, διχάζω, ...
  • deiling στα ελληνικά - διχασμός, μεραρχία, διαίρεση, Κοινή χρήση, Κοινή, Ανταλλαγή, Sharing, ...
  • demantur στα ελληνικά - διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
Τυχαίες λέξεις
Deild στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεύθυνση, τμήμα, υπηρεσία, Τμήματος, Υπουργείο, υπηρεσίας