Er στα ελληνικά

Μετάφραση: er, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
που, εκείνος, είναι, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, είναι η
Er στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ennþá στα ελληνικά - γαλήνιος, ήρεμος, ακίνητος, ακόμη, ακόμα, αλλά, έχει ακόμα, ...
  • epli στα ελληνικά - μήλο, μήλου, της Apple, μήλων, η Apple
  • erfa στα ελληνικά - κληρονομώ, κληρονομούν, κληρονομήσουν, κληρονομήσει, να κληρονομήσει, κληρονομεί
  • erfiði στα ελληνικά - κόπος, εργασία, εργάζομαι, κοπιάζω, μόχθος, εργασίας, εργατικού δυναμικού, ...
Τυχαίες λέξεις
Er στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: που, εκείνος, είναι, αποτελεί, έχει, βρίσκεται, είναι η